Η αυξημένη συνειδητοποίηση των διαταραχών του ύπνου από το κοινό, έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της ζήτησης για μελέτες ύπνου και κατά συνέπεια περισσότερες παραπομπές στους ειδικούς ύπνου από τους γιατρούς πρωτοβάθμιας περίθαλψης.
Η διαταραχή της αναπνοής στον ύπνο είναι ένα κοινό πρόβλημα δημόσιας υγείας που επηρεάζει στατιστικά περίπου:
-
το 10% των ανδρών ηλικίας 30 έως 49 ετών,
-
το 17% των ανδρών ηλικίας 50 έως 70 ετών,
-
το 3% των γυναικών ηλικίας 30 έως 49 ετών,
-
το 9% των γυναικών ηλικίας 50 έως 70 ετών.
Η κατανόηση των τεχνικών και κλινικών πληροφοριών που παρέχονται στην έκθεση μελέτης ύπνου πιθανώς να είναι άγνωστοι σε πολλούς. Οι παρακάτω επεξηγήσεις θα σας βοηθήσουν για την κατανόηση των τεχνικών – επιστημονικών λέξεων.
-
AHI (Apnoea-Hypopnoea Index) / AHI (Δείκτης Άπνοιας-Υπόπνοιας)
Δείχνει το πόσο σοβαρή είναι η άπνοια ύπνου σας. Είναι ο μέσος αριθμός των ανεπιθύμητων αναπνευστικών συμβάντων ανά ώρα ύπνου.
Με δείκτης <5 είναι φυσιολογική κατάσταση, 5 έως 14 είναι ήπια πάθηση άπνοιας, 15 έως 29 είναι μέτρια, περισσότερα από 30 είναι σοβαρή.
-
RDI (Respiratory Disturbance Index) / Δείκτης Αναπνευστικής Διαταραχής
Είναι ο αριθμός των απνοιών, των υποπνοιών και των RERA ανά ώρα ύπνου. Όσοι χρησιμοποιούν αυτή την κλίμακα ακολουθούν τυπικά τις ίδιες οδηγίες και νούμερα που χρησιμοποιούνται για τον δείκτη Άπνοιας / Υπόπνοιας (AHI).
-
Apnea / Άπνοια
Δεν υπάρχει ροή αέρα μέσα από τη μύτη και το στόμα για περισσότερο από 10 δευτερόλεπτα. Μπορεί να είναι αποφρακτική (σχετική με την ρινική, στοματοφαρυγγική περιοχή), κεντρική (που σχετίζεται με τους ελεγκτές της αναπνοής) ή μικτή (συνδυασμός).
-
Hypopnea / Υπόπνοια
Σημαντική μείωση της αναπνοής αλλά όχι πλήρης παύση. Αυτές συχνά οδηγούν σε πτώση του οξυγόνου ή προκαλούν διαταραχή του ρυθμού ύπνου του εγκεφάλου (δηλαδή διέγερση - μικροαφύπνιση).
Υπάρχουν δύο τρόποι υπολογισμού της υπόπνοιας:
-
50% μείωση της ροής του αέρα με 3% αποκορεσμό οξυγόνου αίματος
-
30% μείωση της ροής του αέρα με 4% αποκορεσμό οξυγόνου αίματος
-
RERAs (Respiratory Effort Related Arousals)
Αφυπνίσεις που σχετίζονται με την αναπνευστική προσπάθεια)
-
Arousal / Μικροαφύπνιση – Ύπνου διέγερση
Μια απότομη αλλαγή της δραστηριότητας του εγκεφάλου, που συχνά προκαλεί αλλαγή από το «βαθύτερο» στάδιο του ύπνου σε ένα «ελαφρύτερο». Η απότομη μετατόπιση της ηλεκτροεγκεφαλογραφικής (EEG) συχνότητας (που υποδηλώνει κατάσταση εγρήγορσης) η οποία είναι 3 δευτερόλεπτα ή μεγαλύτερη σε διάρκεια και η οποία εμφανίζεται μετά από τουλάχιστον 10 συνεχόμενα δευτερόλεπτα ύπνου. Είναι συνήθως μια παροδική αφύπνιση διάρκειας <10sec. Μερικές φορές αυτές οδηγούν στο ξύπνημα σαν τελικό αποτέλεσμα. Ένας δείκτης μικρο αφυπνίσεων > 20 / hr είναι ανώμαλος.
-
Sleep fragmentation / Κατακερματισμός του ύπνου
Ο κατακερματισμός του ύπνου συνήθως αναφέρεται σε σύντομες αφυπνίσεις (arousals) που εμφανίζονται κατά τη διάρκεια μιας περιόδου ύπνου.
-
Oxygen Saturation (SaO2) / Κορεσμός οξυγόνου (SaO2)
Ένα μέτρο για το πόσο οξυγόνο είναι διαθέσιμο στο σώμα σε μια δεδομένη στιγμή. Κανονικά, αυτό είναι 94-100%.
-
Snoring index/ Δείκτης Ροχαλητού
Μετρά τα επεισόδια ροχαλητού κατά την διάρκεια του ύπνου.
-
Sleep Latency / Καθυστέρηση ύπνου
Ο χρόνος που διαρκεί από την έναρξη της εξέτασης, μέχρι την έναρξη του ύπνου.
-
Sleep Efficiency / Αποτελεσματικότητα ύπνου
Το ποσοστό του χρόνου του ύπνου που μένει ο εξεταζόμενος κοιμισμένος. Συνήθως > 80%.
-
Sleep Architecture / Αρχιτεκτονική ύπνου
Εδώ αναφέρεται η αναλογία και η χρονική διάρκεια των διαφορετικών σταδίων ύπνου.
Το στάδιο Ι και το στάδιο ΙΙ είναι ο «ελαφρύς ύπνος».
Το στάδιο ΙΙΙ & IV είναι ο «βαθύς» ή «αργός» ύπνος» (συνήθως αφορά το 20% του χρόνου ύπνου και μειώνεται με την ηλικία)
Τα 4 ανωτέρω στάδια είναι ο NONREM ύπνος.
REM είναι ο «ύπνος με όνειρα» και ταχεία κίνηση των ματιών (συνήθως το 20% του ύπνου).
Κανονικά, ένα άτομο θα περάσει από 3-5 κύκλους από ελαφρύ σε βαθύ ύπνο. Καθώς η νύχτα συνεχίζεται, τα επεισόδια REM μεγαλώνουν προοδευτικά, έτσι ώστε ο ύπνος αργού κύματος να κυριαρχεί στο πρώτο τρίτο της νύχτας και η REM στην τελευταίο τρίτο. Διαταραχές του ύπνου συχνά διαταράσσουν αυτό το φυσιολογικό μοτίβο, οδηγώντας σε μειωμένο ύπνο REM και αργό κύμα, αφήνοντας κατά κύριο λόγο ελαφρύτερα στάδια ύπνου.
-
Body position / Θέση σώματος
Υπάρχει μια γνωστή σχέση μεταξύ της ποιότητας του ύπνου και της θέσης του σώματος κατά τη διάρκεια του ύπνου σε ασθενείς με αποφρακτική άπνοια ύπνου. Στις μελέτες ύπνου εξετάζονται τα στάδια ύπνου και οι παράμετροι ύπνου στη δεξιά, αριστερή, ύπτια και μπρούμυτα θέση. Έχει παρατηρηθεί πως η μέση τιμή απνοιών και ροχαλητού σε ύπτια θέση ήταν υψηλότερη από άλλες θέσεις. Ο μέσος ελάχιστος κορεσμός οξυγόνου στην ύπτια θέση ήταν σημαντικά χαμηλότερος από τις άλλες θέσεις. Ο μέγιστος καρδιακός ρυθμός και ο μέσος δείκτης διέγερσης ήταν σημαντικά υψηλότεροι στην ύπτια θέση. Επίσης πολλές φορές υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ δεξιάς και αριστερής πλευράς, με μία εξ αυτών να δίνει καλύτερα αποτελέσματα.
-
Leg movements - Periodic Limb Movements (PLMs) / Περιοδικές κινήσεις των άκρων
Όλοι μας κάνουμε κινήσεις όταν κοιμόμαστε . Η κίνηση κατά τη διάρκεια του ύπνου είναι φυσιολογική, Μερικοί άνθρωποι κινούνται περισσότερο από άλλους. Δεν είναι ασυνήθιστο για ένα άτομο να έχει μία ή δύο κινήσεις τραντάγματος των ποδιών, των βραχιόνων ή και ολόκληρου του σώματος στον ύπνο του. Αυτά είναι φυσιολογικά γεγονότα και μπορεί να συμβούν κάθε βράδυ ή καθόλου. Ορισμένες κινήσεις δεν είναι φυσιολογικές και ορισμένες κανονικές κινήσεις μπορεί να εμφανιστούν υπερβολικά. Αυτές οι μη φυσιολογικές κινήσεις και οι υπερβολικές φυσιολογικές κινήσεις είναι διαταραχή του ύπνου. Η διαταραχή αυτή μπορεί να είναι σοβαρή και να οδηγήσει σε πολλά συμπτώματα όπως η συχνή αφύπνιση κατά τη διάρκεια της νύχτας και η υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας.
-
MSLT (Multiple Sleep Latency Test) / Πολλαπλή δοκιμασία επέλευσης ύπνου
Το MSLT είναι ένα τεστ ελέγχου της υπνηλίας, το οποίο διενεργείται σε εργαστήριο ύπνου για την εκτίμηση της ημερήσιας υπνηλίας του εξεταζόμενου. Το βράδυ που προηγείται του MSLT ο εξεταζόμενος υποβάλλεται σε πλήρη μελέτη ύπνου επίσης στο εργαστήριο.
Η δοκιμασία MSLT αποτελείται από 5 επιμέρους τεστ μέγιστης διάρκειας 20 λεπτών το καθένα, κατά τα οποία ο εξεταζόμενος ξαπλώνει στο εργαστήριο ύπνου κάτω από ιδανικές συνθήκες για ύπνο, και ταυτόχρονα καταγράφεται η εγκεφαλική του λειτουργία και ο χρόνος έλευσης του ύπνου. Αυτά τα 5 τεστ απέχουν το καθένα μεταξύ τους 2 ώρες. Έτσι η δοκιμασία ξεκινά στις 8 το πρωί και ολοκληρώνεται στις 4 το απόγευμα.
Στην περίπτωση που ήδη ο ασθενής γνωρίζει ότι πάσχει από υπνοαπνοϊκό σύνδρομο, θα πρέπει να προσκομίσει μαζί του και τη μηχανή CPAP εφόσον τη χρησιμοποιεί και στο σπίτι, έτσι ώστε τα αποτελέσματα να είναι αντιπροσωπευτικά της πραγματικής κατάστασης.
-
MWT (Multiple Wakefulness Test) / Πολλαπλή δοκιμασία διατήρησης της εγρήγορσης
Ειδική εξέταση για την διαπίστωση/εκτίμηση παθολογικής ημερήσιας υπνηλίας. Είναι και αυτή , όπως και η παρόμοια
MSLT, μια ημερήσια εξέταση, σε συνέχεια της νυχτερινής πολυσωματοκαταγραφικής μελέτης ύπνου και συνίσταται σε 3-4 επαναλαμβανόμενες ανά 2 ώρες, 40λεπτες περιόδους καταγραφής ΗΕΓ. Απαιτείται η καταγραφή των νευροφυσιολογικών σημάτων της πολυσωματοκαταγραφικής μελέτης ύπνου.
-
Cardiovascular risk / Καρδιαγγειακός κίνδυνος
Αρχικά οι πρώτες μελέτες συνέδεσαν το ροχαλητό με αυξημένα καρδιακά επεισόδια. Ωστόσο, οι μετέπειτα μελέτες κατέδειξαν σαφή σχέση μεταξύ της παρουσίας σοβαρής αποφρακτικής άπνοιας στον ύπνο με συστηματική υπέρταση και αυξημένη καρδιαγγειακή νόσο. Η αποφρακτική άπνοια κατά τον ύπνο έχει ως αποτέλεσμα την υποξαιμία (μείωση της ικανότητας πρόσληψης και μειωμένη συγκέντρωση του οξυγόνου στο αίμα) και την υπερκαπνία (μείωση της ικανότητας αποβολής και αυξημένη συγκέντρωση διοξειδίου του άνθρακα στο αίμα ) και συμβάλλει στις αφυπνίσεις που συσχετίζονται συχνά με αυτό και οδηγεί σε αύξηση της ζήτησης οξυγόνου από το μυοκάρδιο. Η υποξαιμία και η υπερκαπνία, καθώς και οι σχετικές αφυπνίσεις, ενεργοποιούν το συμπαθητικό νευρικό σύστημα και αυξάνουν την απελευθέρωση των κατεχολαμινών, η οποία επιδεινώνει περαιτέρω τη ζήτηση οξυγόνου από το μυοκάρδιο. Η επακόλουθη υπέρταση και η σχετιζόμενη καρδιακή ισχαιμία και υπερτροφία, οδηγούν σε τάση για αρρυθμίες και αύξηση της έντασης του τοιχώματος της κοιλίας και συνεπώς, συμφορητική καρδιακή ανεπάρκεια. Οι ασθενείς επίσης αναπτύσσουν υπερπηκτική κατάσταση ως αποτέλεσμα της ενεργοποίησης των αιμοπεταλίων, η οποία επιδεινώνει περαιτέρω την καρδιακή ανεπάρκεια.